Στους ψηφιακούς δημόσιους χώρους στο μέλλον οι άνθρωποι θα συζητούν παραμένοντας ανώνυμοι. Αν το θελήσουν, θα μπορούν να είναι απλά πρόσωπα ενός πλήθους και όχι σύνολα δεδομένων κατάφορτα με προσωπικές πληροφορίες.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν δηλητηριάσει τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούμε και ταυτόχρονα έχουν υπονομεύσει τη δημοκρατική διαδικασία. Πολλοί θέλουμε να απέχουμε, αλλά η αλήθεια είναι ότι αδυνατούμε να φανταστούμε τον κόσμο χωρίς αυτά. Μπορεί να συζητούμε για την αναδιαμόρφωση και τη ρύθμισή τους, την «επιδιόρθωσή τους».
Αλλωστε, όσοι μεγαλώσαμε στην εποχή του Διαδικτύου, γνωρίζουμε ότι κανένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης δεν ζει για πάντα. Το Τwitter και το Facebook αποσυντίθενται με αργούς ρυθμούς. Ωστόσο, προτού εκπνεύσουν ολοκληρωτικά, πρέπει να αναλογιστούμε πώς θα είναι το μέλλον μετά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ώστε να προετοιμαστούμε γι’ αυτό που θα έρθει. Οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι για ό,τι τα υποκαταστήσει, όπως το Διαδίκτυο αντικατέστησε την τηλεόραση, μεταμορφώνοντας συνολικά τον πολιτισμό μας.
Οι επαΐοντες της διαδικτυακής πραγματικότητας επισημαίνουν ότι η μεγαλύτερη τραγωδία του μέλλοντος δεν θα είναι η απώλεια της ιδιωτικότητας του βίου μας, αλλά η απώλεια μιας ανοικτής δημόσιας σφαίρας. Yπάρχουν πολλά μονοπάτια πέρα από την κόλαση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ομως, όλα ξεκινούν με το όραμα δημιουργίας δημοσίων βημάτων, όπου όλοι οι άνθρωποι θα μπορούν να αναζητήσουν το κοινό έδαφος.
Eνα βασικό ερώτημα το οποίο προσπάθησα να απαντήσω ήταν τι θα συνέβαινε στο Ιντερνετ του μέλλοντος αν παραδίδαμε στους αλγορίθμους τον πλήρη έλεγχο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Γι’ αυτό επικοινώνησα με την Τζανέλ Σέιν, σχεδιάστρια αλγορίθμων, που χρησιμοποιεί τον αλγόριθμο GPT-2, ένα νευρωνικό δίκτυο πρόβλεψης της επόμενης λέξης μιας πρότασης, αφού «διδάχθηκε» από οκτώ εκατομμύρια ιστοσελίδες. Τη ρώτησα αν οι αλγόριθμοί της θα μπορούσαν να μας δώσουν μία ιδέα του μέλλοντος, όπως αυτό θα διαμορφωθεί μετά τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Αυτή εισήγαγε στον αλγόριθμο δεδομένα για τους όρους χρήσης του Second Life, ενός κοινωνικού δικτύου εικονικής πραγματικότητας και το νευρωνικό σύστημα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ακόμα και στο απώτερο μέλλον θα εξακολουθούμε να ανησυχούμε για τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφερόμαστε στους άλλους στη δημόσια σφαίρα και θα συνεχίσουμε να δημιουργούμε κανόνες που θα προστατεύουν τα παιδιά και θα αποτρέπουν τις δυσάρεστες καταστάσεις.
Πιο σημαντικό από όλα, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι το νευρωνικό σύστημα της Σέιν καθιστά σαφές ότι τα μέσα που διοικούνται από αλγορίθμους είναι καταδικασμένα σε αποτυχία. Χρειαζόμαστε ανθρώπους να συντηρούν και να φροντίζουν την ψηφιακή δημόσια σφαίρα που θέλουμε.
Το πρόβλημα
Ακόμα και αν οι αλγόριθμοι αποκτήσουν υπέρμετρη ευφυΐα, δεν πρόκειται να μπορέσουμε να επιλύσουμε το πρόβλημα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αν δεν αλλάξουμε τις αναχρονιστικές μεταφορές που χρησιμοποιούμε όταν τα σκεπτόμαστε.
Δεν υπάρχει στον πραγματικό κόσμο κάτι ανάλογο με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και αυτό δυσχεραίνει τους χρήστες να κατανοήσουν από πού προέρχεται το πλήθος δημόσιων πληροφοριών και πού καταλήγουν τα προσωπικά τους στοιχεία.
Διαθέτουμε εμπειρία αιώνων στον σχεδιασμό δημόσιων χώρων στην πραγματική ζωή, χώρων όπου οι άνθρωποι συναθροίζονται και ανταλλάσσουν απόψεις με ασφάλεια. Οταν παρέλθει η εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης θα έχουμε την ευκαιρία να οικοδομήσουμε εκ νέου την κατεστραμμένη δημόσια σφαίρα, δημιουργώντας ψηφιακούς δημόσιους χώρους που στην πραγματικότητα θα μιμούνται τα πραγματικά δημαρχεία ή τις πλατείες, τους χώρους συνάθροισης και τους πεζόδρομους. Εκεί οι άνθρωποι θα αναπτύσσουν κοινωνικές συναναστροφές ή θα συζητούν παραμένοντας, ωστόσο, ανώνυμοι. Αν το θελήσουν, θα μπορούν να είναι απλά πρόσωπα ενός πλήθους και όχι σύνολα δεδομένων κατάφορτα με προσωπικές πληροφορίες.
Στην πραγματική ζωή, άλλωστε, ελέγχουμε καλύτερα ποιος θα μπει στην ιδιωτική μας ζωή, και ποιος θα μάθει λεπτομέρειες για το πρόσωπό μας. Τα μέσα, που θα ελέγχονται από τον άνθρωπο, θα αντικατοπτρίζουν καλύτερα τους τρόπους διαπροσωπικής επικοινωνίας σε μία λειτουργική δημοκρατική κοινωνία.
Οπως, άλλωστε, διδαχθήκαμε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η ανώνυμη επικοινωνία μπορεί να εκφυλιστεί εύκολα. Τι, όμως, θα αποτρέψει τους ψηφιακούς δημόσιους χώρους του μέλλοντος από το να βρίθουν ύβρεων και παραπληροφόρησης και τελικά να καταστούν πολύ χειρότεροι από σήμερα;
Η κληρονομία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι ένας κόσμος που διψά για νέα είδη δημόσιων εμπειριών. Προκειμένου να οικοδομήσουμε εξαρχής τη δημόσια σφαίρα, οφείλουμε να εφαρμόζουμε όλες τις γνώσεις που συγκεντρώσαμε από κοινωνικά πειράματα δισεκατομμυρίων δολαρίων, όπως το Facebook, αλλά και περιθωριοποιημένες κοινότητες, όπως το Μαύρο Twitter. Πρέπει να οικοδομήσουμε και ιδιωτικούς χώρους τους οποίους θα επιμελούνται άνθρωποι που γνωρίζουμε και εμπιστευόμαστε.
Η δημόσια σφαίρα μεταβλήθηκε αμετάκλητα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εχει, όμως, έρθει το πλήρωμα του χρόνου για κάτι διαφορετικό. Οφείλουμε να πάψουμε να μεταβιβάζουμε την ευθύνη των δημόσιων χώρων σε αλγορίθμους και επιχειρήσεις και να την επωμιστούν και πάλι άνθρωποι. Ισως πρέπει να επιβραδύνουμε λίγο τις προσπάθειές μας, αλλά δεν θα είναι η πρώτη φορά που δημοκρατίες γεννήθηκαν από το χάος. Σίγουρα μπορούμε να το ξανακάνουμε.
Το πρόβλημα του Διαδικτύου σήμερα
Η Ερικα Χολ, ιδρύτρια της εταιρείας σχεδιαστών Μule, αποπειράθηκε να μου αποκαλύψει το μέλλον του Διαδικτύου, εξηγώντας ότι «μπορεί εύκολα να σχεδιάσει κανείς επαφές που δημιουργούν πιο ασφαλείς χώρους αλληλεπίδρασης, όπως ακριβώς γνωρίζουμε πώς να σχεδιάζουμε δρόμους που είναι ασφαλείς». Επισήμανε ότι σήμερα το πρόβλημα των social media δεν είναι τεχνολογικό, αλλά αφορά τον τρόπο που λειτουργεί η Σίλικον Βάλεϊ. Tο θέμα, είπε, είναι ότι οι τεχνολογικοί κολοσσοί θέλουν να συγκεντρώσουν παρά πολλά προσωπικά στοιχεία από τους πελάτες τους, χωρίς να τους αποκαλύπτουν τον λόγο. Πρόκειται για ένα σχεδιαστικό λάθος εις βάρος των χρηστών, που τους αφήνει ευάλωτους σε παραβιάσεις όπως το σκάνδαλο της Cambridge Analytica. Επίσης εταιρείες, όπως το Twitter και το Facebook, δεν έχουν κίνητρο να συμβάλουν στη δημιουργία καλύτερων σχέσεων μεταξύ των χρηστών και πληρέστερης κατανόησης των ειδήσεων «επειδή κερδοσκοπούν από τις προσβολές και την παραπλάνηση», αφού εκεί εστιάζεται η σκέψη μας και αυτά τονώνουν τις διαφημίσεις.
Πηγή: Καθημερινή