Η αποτελεσματικότητα της εφαρμογής επαφίεται και στον αριθμό των χρηστών που θα την «κατεβάσουν». Στη Γερμανία για παράδειγμα, κατά την πρώτη ημέρα εφαρμογής έγιναν 1 εκατ. downloads.
Σύμμαχο την τεχνολογία επιχειρεί να κάνει η κυβέρνηση στη διαχείριση των κρουσμάτων του κορωνοϊού στη χώρα. Στην παρούσα φάση εξετάζεται το λανσάρισμα μιας εφαρμογής για «έξυπνα» κινητά, που θα συνδράμει στην ιχνηλάτηση των επαφών επιβεβαιωμένων κρουσμάτων της COVID-19, αυτοματοποιημένα, με διατήρηση της ανωνυμίας ασθενών και των επαφών τους. Το μοντέλο που φαίνεται ότι προκρίνει η κυβέρνηση δεν περιλαμβάνει τη συγκέντρωση δεδομένων, καθώς στόχος είναι η διασφάλιση της ανωνυμίας των χρηστών της εφαρμογής. Και αυτό, διότι η αποκεντρωμένη λογική την οποία χρησιμοποιούν ήδη κολοσσοί όπως η Google και η Apple εξασφαλίζει την προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Αποκωδικοποίηση
Η λειτουργία της περιλαμβάνει την εθελοντική εγκατάσταση της εφαρμογής σε ένα κινητό τηλέφωνο. Κάθε «κατέβασμα» της εφαρμογής αναλογεί σε έναν κωδικό. Ο κωδικός αυτός αλλάζει αυτόματα ανά τακτά χρονιά διαστήματα (π.χ. ανά 10-12 ώρες). Οταν ένας χρήστης της εφαρμογής βρεθεί σε απόσταση μικρότερη των δύο μέτρων με άλλο χρήστη, για διάστημα τουλάχιστον 15 λεπτών, τότε οι δύο συσκευές «ανταλλάσσουν» κωδικούς. Οι κωδικοί αυτοί αποθηκεύονται χωρίς να αντιστοιχούν σε χρήστη ή σε συσκευή. Εάν διαπιστωθεί ότι κάποιος είναι επιβεβαιωμένος φορέας του ιού, τότε ενημερώνεται ο ΕΟΔΥ ότι το κρούσμα είναι χρήστης της εφαρμογής. Στη συνέχεια οι ανώνυμοι κωδικοί που υπάρχουν στο σύστημα συγκεντρωμένοι «επικοινωνούν» με τον server ώστε να ταυτοποιηθούν οι επαφές που είχε το επιβεβαιωμένο κρούσμα. Η αποκωδικοποίηση γίνεται αυτόματα ώστε να ενημερωθούν οι επαφές του κρούσματος ότι είναι πιθανό να έχουν εκτεθεί στον ιό. Επιδημιολογικά η εφαρμογή μπορεί να εξασφαλίσει σαφή εικόνα του αριθμού των κρουσμάτων, όχι όμως την ταυτότητά τους.
Υπάρχουν ορισμένα κενά στο εν λόγω σύστημα, ωστόσο θεωρείται το πιο αποτελεσματικό με βάση την έως τώρα διεθνή εμπειρία, την οποία έχουν εξετάσει οι Αρχές. Σε περίπτωση για παράδειγμα που δύο χρήστες βρεθούν σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, αλλά σε διαφορετική πλευρά ενός τοίχου, το σύστημα τους καταγράφει ως εκτεθειμένους ο ένας στον άλλον, ενώ στην πραγματικότητα μεσολαβεί μεταξύ τους ένα εμπόδιο. Η αποτελεσματικότητά της επαφίεται και στον αριθμό των χρηστών που θα «κατεβάσουν» την εφαρμογή. Οσο περισσότερους χρήστες έχεις στην εφαρμογή τόσο πιο αξιόπιστα είναι τα αποτελέσματα κάθε ιχνηλάτησης.
Εφαρμογή που βασίζεται σε παρόμοια τεχνολογία (αποκεντρωμένο μοντέλο) αξιοποιήθηκε στην Ιταλία, αρχικώς σε τέσσερις διοικητικές περιφέρειες όπου είχαν παρατηρηθεί αυξημένα κρούσματα του ιού. Μέσα στις δέκα πρώτες ημέρες καταγράφηκαν 2 εκατ. downloads. Στη Γερμανία όπου ακολουθήθηκε διαφορετικό μοντέλο (κεντρικό μοντέλο που καταγράφει τους χρήστες), κατά την πρώτη ημέρα εφαρμογής έγιναν 1 εκατ. downloads. Η Νορβηγία, από την άλλη, η οποία έκανε χρήση μιας παραλλαγής της εν λόγω τεχνολογίας, στην οποία υπήρχε καταγραφή των χρηστών, αποφάσισε να την καταργήσει υποστηρίζοντας ότι οι κίνδυνοι που προκύπτουν από την ανταλλαγή των δεδομένων είναι δυσανάλογα υψηλότεροι από αυτόν του κορωνοϊού.
Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας εφαρμογής προϋποθέτει τη χρήση της από το 60%-70% του πληθυσμού, ποσοστό αδιαμφισβήτητα υψηλό. Σύμμαχος σε αυτή την προσπάθεια είναι και η Ε.Ε., η οποία θεσμοθέτησε πρόσφατα τη διαλειτουργικότητα των εφαρμογών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, γεγονός το οποίο επιτρέπει και στο αποκεντρωμένο πρότυπο που θέλει να ακολουθήσει η χώρα μας την «επικοινωνία» με αντίστοιχες εφαρμογές άλλων χωρών.
Πηγή: Καθημερινή